9.8.10

Επιστολή προς τον Αξιότιμο Κύριο Κανίβαλο



Αξιότιμε Κύριε Κανίβαλε

Από τον Κρόνο που τρώει τα παιδιά του και την αφήγηση του Γκόγια, ως τις μέρες μας που οι άνθρωποι τρώνε ακόμα άλλους ανθρώπους αλλά και τους εαυτούς τους, που οι πόλεις τρώνε τους κατοίκους τους και οι κάτοικοι τρώνε το περιβάλλον, η εξέλιξη της Ανθρωπότητας, κοινωνικά, ιστορικά, ανθρωπολογικά διαπερνάται, θα έλεγα δομείται από την ευγενή δραστηριότητα που αποδίδουν δήθεν αποκλειστικά σε σας, Κύριε Κανίβαλε, την Θεοφαγία και την Ανθρωποφαγία. Δραστηριότητα που ίσχυσε όχι μόνο σε μακρινούς πολιτισμούς της Κεντρικής Αμερικής και της Μεσογείου: ‘και έδονται τας σάρκας του πλησίον και εν τη πολιορκία, (Ιερεμίας ιθ΄,α)’, μα και σε σύγχρονους πολιτισμούς όπως στη Βόρνεο, στη Νέα Γουϊνέα και στην Αφρική.

Δραστηριότητες που ισχύουν ως τις μέρες μας σ’ ένα συμβολικό επίπεδο μέσω της μεταφοράς και της μετωνυμίας: οικογένειες, ζευγάρια, γείτονες, πόλεις, κράτη τρώγονται μεταξύ τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Επικαλούνται συνθήκες επιβίωσης, ψυχικής, οικονομικής ή άλλης για την νομιμοποίηση του φαγώματος, όπως οι επιβιώσαντες από την πτώση του αεροπλάνου στις Άνδεις. Οι Ποταμιάνου και Καραπάνου αναλύουν 341 ρήσεις που καταγράφουν μεταξύ άλλων, την σημασία του ρήματος τρώγω ως κτήση και που αποτελούν το 'ένα πέμπτο του συνόλου των φράσεων που καλύπτουν τις κύριες έννοιες που παίρνει το ρήμα τρώγω στις πολύμορφες μεταφορικές του χρήσεις στο λήμμα του Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών'. Ας μην μιλήσουμε για την σεξουαλική σημασία του τρώγω.

Δραστηριότητα που ίσχυε πάντα και ισχύει τόσο που να συγκροτεί την θεμελιακή διάσταση
της ύπαρξης του ανθρώπου όπως το είδε ο Χέγγελ στην «Φαινομενολογία του Πνεύματος». Μα και ο Νίτσε, όταν κραυγάζει ότι ο Θεός πέθανε, εννοεί ότι ο άνθρωπος τον αντικαθιστά έχοντας ενσωματώσει – καταβροχθίσει τον σκοτωμένο Θεό. Η εμφάνιση ενός Θεού στον κόσμο είναι η πρώτη φάση του, της μη - καταβρόχθισης. Ένας Θεός υπάρχει για να καταβροχθιστεί.
Είναι αυτή τούτη η συμβολική διάσταση που στοιχειώνει και υφαίνει τις θρησκευτικές παραδόσεις, την Μυθολογία, τις ημερομηνίες, τον κοινωνικό ιστό, την σεξουαλικότητα, τις ίδιες τις ανθρώπινες σχέσεις, από το ‘πάμε να φάμε’ ως τον Μυστικό Δείπνο, από τα Θυέστεια γεύματα ως το Δείπνο της Μπαμπέ, από τις Μαινάδες ως το φιλί του Μπρεσσόν και από το ‘σμακ’ του Ντόναλντ Ντακ ως τους θρύλους με τους βρυκόλακες και τον θρυλικό «Κανίβαλο» των Τζαρά και Πικαμπιά.

Επί τη ευκαιρία, πρέπει να σας πω, Κύριε Κανίβαλε, ότι εκτός από την συμβολική διάσταση ισχύει ακόμα στις μέρες μας ότι ίσχυε και στις δικές σας. Κάπως σπάνια βέβαια, ακούμε ωστόσο για ανθρωποφαγίες, για γνωριμίες μέσω internet που καταλήγουν στον καταψύκτη, για εθνότητες της Ανατολικής Ασίας που έτρωγαν ωμό το συκώτι του εχθρού κ.ά.

Ας μην ξεχνάμε ότι εκτός από την Ανθρωπολογική – Ιστορική διάσταση της Ανθρωποφαγίας στην έναρξη της ανθρωπότητας, η ίδια η έναρξη του ανθρώπου ως όντος ξεκινά με ανάλογες δραστηριότητες, και εννοώ το κανιβαλικό στάδιο της Μ. Κλάϊν όσον αφορά τον μαστό και το σώμα της μητέρας και βέβαια το στοματικό του Φρόϋντ ως πρωταρχική βαθμίδα εξέλιξης της ψυχικής ζωής του ανθρώπου.

Φαίνεται, παρ’ ότι πιστεύουμε το αντίθετο, ότι δεν ξεπερνιέται η έλξη του να τρώμε τον άλλον, το σώμα του, την εικόνα του, με τις λέξεις, με τα μάτια, με πηρούνι. Εύκολα αντιστρέφουμε τον τίτλο του Κ.Λ. Στρως και περνάμε από το «Μαγειρεμένο στο Ωμό». Η λαιμαργία παραμένει και σήμερα ένα από τα επτά αμαρτήματα, στην κυριολεξία θανάσιμο.

«Πες μου τι τρως να σου πω ποιος είσαι», έλεγε ο διάσημος γαστρονόμος Σαβαρέν συναντώντας έτσι τον Μπαρτ και την σημειολογία της κουζίνας.

Αλλά ίσως, ισχύει και το αντίθετο: «Πες μου τι δεν τρως…», δηλαδή ποιά διατροφικά ταμπού δομούν την έννοια της Επιθυμίας ως Απαγορευμένου και κατά συνέπεια τον ιστό του Συμβολικού Πεδίου κατά την συγκρότηση της κοινωνικής ομάδας. Φαίνεται ότι βαθιά στην ψυχή του ανθρώπου η νοστιμιά σχετίζεται με την ανάμνηση: νόστος (νέομαι=επιστρέφω), νοσταλγία – νόστιμος. Το σώμα του άλλου; Το σώμα της μητέρας; Την χαμένη Εδέμ; Ας θυμηθούμε ότι ένας κόσμος υπάρχει, ο Παράδεισος, στη βάση μιας απαγόρευσης, ενός ταμπού, θα έλεγε ένας Πολυνήσιος. Ένας άλλος κόσμος αναδύεται, με την καταπάτηση αυτής της απαγόρευσης. Και αυτή η απαγόρευση είναι διατροφική. Το «άλας της γης» ως επιπρόσθετη γεύση, υπενθυμίζει απλά την απώλεια.

Στη λέξη Θεοφαγία που χρησιμοποίησε ο Κοτ στην περίφημη μελέτη του, υπάρχουν τρεις προφανείς εκδοχές: το φάγωμα Θεού από τον Θεό, το φάγωμα του Θεού από τον άνθρωπο, το φάγωμα του ανθρώπου από τον Θεό. Υπάρχει, όμως και μια τέταρτη διάσταση. Ο άνθρωπος ως θεός που τρώει τον εαυτό του ως θεό. Ο άνθρωπος που τρέφεται με τον ναρκισσισμό του, αλλά έναν ναρκισσισμό που τρέφεται με το Τίποτα.

Ο άνθρωπος σήμερα τρώει εικόνες, τις επιθυμίες των άλλων, καταναλώνει διαρκώς το Τίποτα. Έτσι που είναι πάντα νηστικός και πεινασμένος και ταυτόχρονα με δυσφορία και βαρυστομαχιά. Υπέρβαρος εξωτερικά, απισχνασμένος εσωτερικά, τρώει ατελείωτα τον ίδιο του τον εαυτό στο ανθρωποφαγικό τραπέζι της κατανάλωσης. Διαρκώς μελαγχολικός και δύσθυμος με ότι εισέρχεται μέσα του, αδυνατώντας να αδυνατίσει από το βάρος των ξένων επιθυμιών. Αδυνατώντας να πενθήσει επειδή αγνοεί και πενθώντας διαρκώς επειδή καταλαβαίνει. Ότι είναι ήδη φαγωμένος στο τραπέζι των ξένων επιθυμιών. Η δική του επιθυμία παραμένει το αγνοούμενο νέκταρ μιας ξένης χώρας που είναι ο εαυτός του.

Κύριε Κανίβαλε, θέλω θερμά να σας ευχαριστήσω που δώσατε στην ανθρωπότητα την δυνατότητα να υπάρξει, να εξελιχθεί, να φτάσει ως τις μέρες μας, μέσω βέβαια της «Συμβολικής διάστασης του φαγητού στις ανθρώπινες σχέσεις». Διάσταση και δυνατότητα που προσφέρατε εσείς μέσω της υπέρβασης που έκανε ο διάδοχός σας. Κατά κάποιο τρόπο είστε ο σωτήρας και ο κινητήριος μοχλός της εξέλιξης της ανθρωπότητας γιατί έπρεπε να υπάρξετε για να επιτευχθεί η υπέρβασή σας στο Συμβολικό Πεδίο.

Κύριε Κανίβαλε, ξέχασα να σας πω ότι γράφοντάς σας αυτή την επιστολή, άκουγα το «Monsieur Cannibale» της δεκαετίας του ’60. Τώρα σας καλώ να τραγουδήσουμε μαζί, με ένταση: «να δούμε ποιος – ποιος – ποιος θα φαγωθεί, οε – οεε, οε – οε,…»

Ο Πρόεδρος της Ε.Μ.Π.Ε.
Φώτης Καγγελάρης



Γιώργος Βέης

Επιτραπέζιο φεγγάρι

Πλανόδιοι πωλητές φρούτων και λαχανικών.
Στέκια εμπόρων ρούχων λουσμένων στο φώς κινητών λαμπτήρων.
Τιμές προσιτές ακόμα και γιά τους ανήλικους φτωχούς πελάτες.
Λάδι που κοχλάζει στις μεγάλες ιδιόμορφες κατσαρόλες-χύτρες, τα γουόκ
Όπου εναλλάσσονται μακαρόνια, Σουπιές περασμένες σε καλαμάκια,
Μικροσκοπικά σαλιγκάρια που σε κάνουν ν' απορείς
Αν μπορούν να προστατέψουν έστω μιά σταλιά κρέατος,
Τρυγόνια, σκορπιοί με ανοιχτά πόδια τρυπημένα εγκάρσια,
Τέσσερις ή πέντε μαζί, σε μικρά ξυλάκια.....



Χάρης Βλαβιανός

Από τα "Σονέτα της συμφοράς"

Πως προτιμάτε το ποίημά σας κύριε; Καλά ψημένο ή ωμό;
—Ωμό… όπως ακριβώς το έτρωγε κι εκείνος.
Ωραία το είχε θέσει — με ζηλευτή ακρίβεια:
“how would you like your blue-eyed boy Mr. Death?”
My blue-eyed father στην περίπτωσή μου…
—Α! Λυπάμαι ειλικρινά. Τα θερμά μου συλλυπητήρια.
Η σημερινή μέρα πάντως προσφέρεται. Έχει τα καλά του αυτός ο τόπος.
Από χθες το βράδυ βρέχει ακατάπαυστα. Ξέρετε, τροπική καταιγίδα, κλπ.
Τα σύννεφα έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τη διάθεσή σας.
Αυτή η νοσηρή υγρασία στην ατμόσφαιρα,
ο ιδρώτας που κάνει τα ρούχα να κολλάνε στο δέρμα,
θα σας βοηθήσουν να στοχαστείτε το ζήτημα σε όλες του τις πτυχές.
Το ποίημά σας πάντως δεν θ’ αργήσει. Ωμό, όπως το ζητήσατε.
Να κολυμπάει στο αίμα.


Νίκος Ερηνάκης

κανείς δεν είπε ότι είναι απόλαυση
ίσως μια πλάνη απλώς
άλλο η αίσθηση κι άλλο οι αισθήσεις

κάνεις κάτι δικό σου ή το αφήνεις;
αν δεν ήδη νιώθεις,νιώσε
μυρίζει θυσία

δοκίμασε
όχι ξανά˙ μια φορά
δοκίμασε

όταν το εγώ γίνεται θεατής
δεν το ξέρεις αλλά το έχεις καταλάβει

τα σύμβολα έχουν από καιρό πεθάνει
οπότε περιμένουμε την αναγέννηση τους
από στιγμή σε στιγμή


Ρούλα Κακλαμανάκη

ΑΓΙΑ ΡΟΥΤΙΝΑ

Ο ουρανός κατάφωτος, δροσερός, κι ο Θεός πατέρας αγαθός.
Το τραπέζι στρωμένο, τα λουλούδια σε κρυστάλλινο βάζο.
Η σκέψη αρκεί: ίσα να φας τη σούπα σου, τη μπριτζόλα σου,
το φρούτο σου, το γλυκό σου. Στην τελευταία γουλιά του καφέ,
αρχίζεις να αισθάνεσαι τη χυδαιότητα των επίγειων ευθυνών.
-*-
Αγία πλήξη, αγία ρουτίνα. Ούτε πόλεμος, ούτε πείνα.
Ούτε αρρώστια, ούτε θάνατος. Πρωί κι ανοίγεις τα
παράθυρα του σπιτιού. Πλένεις το πρόσωπο και τα χέρια σου.
Παίρνεις το χάπι, ετοιμάζεις το πρωινό. Φέρνεις τα πάνω κάτω
στη ντουλάπα των ρούχων, παρατηρείς τον όγκο και το βάρος
του σώματός σου, εκνευρίζεσαι.
Επιθυμείς κι ένα δεύτερο κρουασάν, μπαίνεις στον πειρασμό.
Κοιτάς με λαιμαργία τη γεμάτη φρουτιέρα.
Χάρμα οφθαλμών τα χρώματα, μαγεία τα αρώματα
Εποφθαλμιάς την αφράτη μπανάνα και την τύψη σου για την
υπέρβαση των θερμίδων που την απόλαυση σου υπονομεύει,
παραπέμπεις στις υποσχέσεις της υπόλοιπης ημέρας.
Ένα πρωινό. Μια ολόκληρη ζωή, επαναλαμβανόμενη
με ακρίβεια. Που και που κανένα καυγαδάκι.
Επί πλέον κάποια απρόσμενη σύγκρουση.
Από δεκαετία σε δεκαετία ένα μικρό κάταγμα,
μια γρίπη, μια χωλή, ένα συκώτι, ένας καρκίνος ίσως,
να σου θυμίζει τη γλυκιά προσευχή.
Αγία πλήξη, αγία ρουτίνα
Αγία των αγίων και ειρήνη ημίν.


Μαρία Λαγγουρέλη

...Οι τοίχοι έχουν κιόλας ανταύγειες,
το χυμένο που κυλάει σε ουράνια ακτή
μουλιάζει τα ψίχουλα
λεκιάζει το τραπεζομάντηλο.
Γύρω του έσμιξαν χέρια γνώριμα φιλικά προδοτικά και προδομένα.
Αγγίχτηκαν μεταξύ τους
άγγιξαν τη δίψα της σκέψης, την πείνα της δύναμης.
Χυμένα στη σιωπή τα δάχτυλα ακόμα σαλεύουν
την ψίχα του Θεού μουσκεμένη με δάκρυα να ξαναπλάσουν.


Λιλή Ντίνα

Τελευταία τσιγάρα

Αλευρωμένα λόγια
έτοιμα γιά μαγείρεμα
Να τρώνε οι εύπιστοι

Χνότο στο τζάμι το αδιέξοδο
γιά τους άλλους
Θολώνει το μυαλό

Κουνά το δάχτυλο απειλητικά ο χρόνος
Συντομεύετε
Η υπομονή καπνίζει τα τελευταία της τσιγάρα


Παυλίνα Παμπούδη

Από τη συλλογή Ο ΛΕΠΤΟΥΡΓΟΣ, ΚΕΔΡΟΣ, 1997

Στη σύνθεση αυτή, η οποία απαρτίζεται από "ζεύγη" ποιημάτων, ο ποιητής - που αποκαλείται "λεπτουργός" αναφέρεται σε διάφορες καταστάσεις ή πρόσωπα, και μετά στο β΄ποίημα του ζεύγους, έρχεται στη θέση τους και μιλάει εκ μέρους τους: (Η μητέρα - Ο Λεπτουργός απ' τη μεριά της μητέρας, Ο έρωτας - ο Λεπτουργός απ' τη μεριά του έρωτα, Η αρρώστια - ο Λεπτουργός απ' τη μεριά της αρρώστιας, κ.ο.κ) .

(....)

Η τροφή

(Τώρα, η ώρα της τροφής. Φέρνει τα τελετουργικά σκεύη ο λεπτουργός. Το
λίγο απ’ το ζώο μιας θυσίας καθημερινής. Πλέοντας σε πηχτό χρώμα του
αίματος. Με χορταράκια απ’ αυτά που γνώριζε, πλάι του σαν κτερίσματα. Στο
πλήθος διαμοιρασμένα τα υπόλοιπα τα μέλη και τα σπλάχνα του. Άθικτη της
ψυχής του η ακεραιότητα. Εισάγεται, πάλι, ολόσωμο, στη διαδικασία της
αθανασίας των θνητών πραγμάτων.)

Ο λεπτουργός απ’ την μεριά της τροφής

Τώρα, για μια στιγμή, στον άσπρο τον αθώο κόσμο κείτομαι. Γι αυτό κι
ανάμεσα σε κόσμους. Και ούτε τέλεια ζωντανό ή πεθαμένο.
Μέσα μου πνεύματα αχνίζουν, επινοώντας πνεύματα που δεν γνωρίζω.
Πέρασα από φωτιά. Η φωνή, η σάρκα, τα όπλα μου.
Έτοιμο να σε συναντήσω, να σε σώσω. Μεταγγίζοντας τον φόβο και τα
πολυακόρεστά μου στο αίμα σου.

(...)


Αθηνά Παπαδάκη

Επιτραπέζιος κανόνας

Ολόκληρο το σύμπαν θα γευτώ
μ'ένα ολοπόρφυρο λαχανικό
Κάτω από την ακμή των αστεριών
κι ανάμεσα στα σκοτεινά μου γάντια
χωρίς φωνή,
στα έθιμα της λάμας η ντομάτα.


Γρηγορία Πούλιου

Το μαγείρεμα σε τόνο μείζονα


Μ'αρέσει να μαγειρεύω
τραγουδώντας στην κουζίνα του σπιτιού του
και να γνωρίζω πως οι ατμοί του φαγητου
την όσφρησή του, ηδονικά, γαργαλούν

Καθώς του σερβίρω το ζεστο πιάτο
και τα χείλη του, μ'όρεξη, ανοίγει
νοιώθω τα δάχτυλά μου μαγεμένα
λες κι αγγίζω του κορμιού του
τα σημεία εκείνα τ'αγαπημένα


Δέσποινα Τομαζάνη

Διάλογος

Μιλώ με τη στιλπνή ελιά
Στο πιάτο μου που λάμπει

Είσαι μοναδική στην όψη, λέω
Και την τρώω
Κι ενώ τη σάρκα της αλέθω
Αχ τι γεύση! ξαναλέω
Αργά κι ηδονικά
την καταπίνω

Έτσι που την εθαύμασα
Με τόση απόλαυση εγώ
Κι αυτή συντεθλιμμένη
Τι να με περιμένει;
Θα με εκδικηθεί ή
θα με θεραπεύσει;

Θα μπει στο αίμα μου, απ’ όσο ξέρω
Στις φλέβες μου θα ταξιδέψει
Κι εκεί σαν φθάσει, στον εγκέφαλο,
Τι θα μου εικονίσει;

Το δέντρο που τη γέννησε;
Ή μήπως έναν ήλιο;
Ή μήπως τι θα πει, θα πει,
Να πέφτεις απ’ το δέντρο
Και να βρεθείς στα ξαφνικά
Σε έντερο ανθρώπου;

Δεν αποκλείεται να πει
Πως έγραψε το ποίημα
Ή τίποτα απ’ όλα αυτά

- «Αυτά είναι δικά σου
Αυτό που εγώ έχω να πω
το λέω στο κουκούτσι
Σ’ αυτό που φτύνεις,
Ευτυχώς!
Που μέσα σου δεν μπαίνει»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ανακάτεψαν τον τέντζερι με την κουτάλα