15.9.09

Συνταγές μαγειρικής για γυναίκες συγγραφείς


Στον απόηχο της επικαιρότητας, κι αφού βρεθήκαμε προσφάτως, με τον τρόπο που βρεθήκαμε, σε Μεξικό και Κούβα, το χοιρινό με δενδρολίβανο θα ήταν μια καλή επιλογή.
Δεν έχουμε πρόβλημα με τον χασάπη μας, συνήθισε πια. Του ζητάμε να μας ψιλοκόψει δύο κιλά χοιρινό μπούτι σαν να το θέλαμε για σουβλάκια, κι αφού το ξεπλύνουμε, το απλώνουμε σ' ένα μεγάλο ταψί χωρίς νερό γιατί θα έχει κρατήσει αρκετό από το πλύσιμο. Προσθέτουμε μαύρο πιπέρι σε κόκκους, αλάτι κατά προτίμηση χοντρό, ένα φλιτζάνι του τσαγιού λάδι, μπόλικο δενδρολίβανο, ανακατεύουμε καλά και βάζουμε το ταψί μας στον φούρνο, με τον διακόπτη στο τέρμα.

Πλένουμε επίσης δύο κιλά πατάτες με τη φλούδα τους και τις βάζουμε να βράσουν σε αρκετό νερό με μία κουταλιά της σούπας αλάτι.

Εν τω μεταξύ ετοιμάζουμε την καθιερωμένη σαλάτα μας με μισό κιλό φρέσκο, κοντό σπανάκι, μπόλικο άνηθο, το άσπρο τμήμα ενός πράσου, μια χοντρή φέτα μανούρι, δύο κουταλιές κάπαρη, λάδι, λεμόνι, και τη φυλάμε στο ψυγείο.

Ετσι περνάνε τα πρώτα σαράντα λεπτά, οπότε ανοίγουμε τον φούρνο και ανακατεύουμε πάλι, για να μην κολλήσουν τα κομμάτια μεταξύ τους. Γυρνάμε τον διακόπτη στους 200oC και αφήνουμε το φαγητό μας να ψηθεί γι' άλλα 40'.

Τρυπάμε τις πατάτες με το πιρούνι για να βεβαιωθούμε ότι είναι έτοιμες, αλλιώτικα τις αφήνουμε να βράσουν έως το σημείο που δεν θα διαλύονται. Οπως καταλαβαίνετε, θα τις κάνουμε πουρέ με τον παραδοσιακό τρόπο: αφού τις ξεφλουδίσουμε, θα τις βάλουμε στο μίξερ λίγες λίγες, προσθέτοντας από το νερό στο οποίο έχουν βράσει μέχρι να γίνουν πολύ πηχτός πολτός. Επειτα θα ρίξουμε σιγά σιγά μια κούπα γάλα που θα το έχουμε ζεστάνει, με μια πρέζα τριμμένο μοσχοκάρυδο, συνεχίζοντας το ανακάτεμα και αυξάνοντας τις στροφές σταδιακά, ώσπου να πάρει ο πουρές μας την υφή και την πυκνότητα που θέλουμε.

Στην ίδια κατσαρόλα που βράσαμε τις πατάτες, αφού την ξεπλύνουμε με λίγο νεράκι, βάζουμε να βράσει μισό κιλό αναποφλοίωτο ρύζι για την άλλη μέρα. Τις σχετικές οδηγίες και τον χρόνο βρασμού θα τα βρούμε στη συσκευασία.

Με όλα αυτά και με το στρώσιμο του τραπεζιού περνάνε και τα υπόλοιπα 40' και βγάζουμε το χοιρινό από τον φούρνο. Κρατάμε το μισό για την επομένη, οπότε θα το σερβίρουμε με το ρύζι που μαγειρέψαμε και με μια σαλάτα της ευκολίας. Το άλλο μισό, αφού προσθέσουμε τον χυμό ενός λεμονιού, το μοιράζουμε στα τέσσερα πιάτα μας. Γαρνίρουμε με τον πουρέ, παίρνουμε και τη σαλάτα μας από το ψυγείο και καθόμαστε στο τραπέζι να απολαύσουμε ένα πολύ ελαφρό και αρωματικό γεύμα.

Κι όταν τελειώσουμε το φαγητό και τα παιδιά αποσυρθούν στα δωμάτιά τους, εμείς θα καθίσουμε λίγο ακόμα με τον πατέρα τους ή τον σκέτο καλό μας και θα απολαύσουμε έναν εξίσου ελαφρό και αρωματικό καφέ Κολομβίας. Συνειρμικά, ο απόηχος της ελληνικής επικαιρότητας θα μας κάνει να ανταλλάξουμε δυο-τρεις κουβέντες για τα ταξίδια στη Λατινική Αμερική που έχουν γίνει της μόδας.

Εμάς, όμως, που άλλος καημός μάς ταξιδεύει, ο κολομβιανός καφές θα μας προσκαλέσει με το άρωμά του εδώ, στην Ελλάδα, όπου έχει στραμμένο το βλέμμα του ο φίλος μας Αρμάντο Ρομέρο, κολομβιανός ποιητής, καθηγητής Ισπανοαμερικανικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι, ο οποίος, τον περσινό Απρίλιο, αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Τραβάμε απ' το ράφι τα βιβλία του και, μ' ένα δεύτερο φλιτζάνι κολομβιανό καφέ, τα ξεφυλλίζουμε. Από τη συλλογή ποιημάτων σε πρόζα "Ποιητής από ποτάμι", αρχίζουμε να μεταφράζουμε για τον σύντροφό μας το τελευταίο:

Συνάντηση με τον Μακρόλ στη Ρόδο


Στον Αλβαρο Μούτις, στον οποίο ανήκει αυτό το ποίημα.

Ποτέ δεν ήρθε εδώ. Έτσι λένε όλα σχεδόν τα χρονικά. Το βαλα πείσμα και ρώτησα γι' αυτόν τους Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη στο Κατάλυμα της Ισπανίας, πρώτο στην Οδό Ιπποτών. Μου έδωσαν όλες τις πληροφορίες, παρόλο που ακόμα αναρωτιούνταν στις διαφορετικές γλώσσες τους τα γιατί του ονόματός του. Έπειτα πήγα στο Νοσοκομείο και άνοιξα μια πόρτα που έβγαζε στον μακρύ διάδρομο ασθενών του δευτέρου ορόφου. Όλα τα δωμάτια ήταν γύρω από μια αυλή σαν σε καραβάν σεράι. Δεν τον αναγνώρισα ανάμεσα στους στρατιώτες και στους ιππότες που διπλώνονταν και λιποθυμούσαν γεμάτοι πληγές από τον πόλεμο ή την πανούκλα. Στο βάθος μιας πανέμορφης αυλής προστατευμένης από αμυγδαλιές, που την κρατούσαν, όπως μου είχαν πει, για προσκυνητές ζαλισμένους απ' τον ήλιο, εκεί τον είδα να κάθεται σ' ένα ξύλινο παγκάκι. Γελούσε άγρια και βροντερά κοιτάζοντας με μανία κατά τους άπιστους. Αμέσως ένιωσε την παρουσία μου κι έκανε μεταβολή να με κοιτάξει. Στα μάτια του είχε μια θάλασσα παράξενη κι απόμακρη. Σηκώθηκε όρθιος, είπε...

«Δεν ήμουν εδώ», κι εξαφανίστηκε, σαν να τον κατάπιαν τα θεμέλια.

Σ' αυτό το σημείο ο άντρας πλάι μας θα πει: «Με την πρώτη ευκαιρία πρέπει να κάνουμε ένα ταξιδάκι στη Ρόδο». Κι εμείς, περιμένοντας την πρώτη ευκαιρία στη ζωή μας, θα του απαντήσουμε μ' ένα ποίημα από την πρώιμη συλλογή του Ρομέρο "Ο ποιητής από γυαλί".

Όντα παράξενα.

Πόλεις λαμπερές.

Όταν τα φωτεινά σχήματα που καθρεφτίζονταν

στα μάτια μου έπαιρναν σάρκα και οστά.

Κι όταν απλώνοντας τα χέρια μου μπορούσα να τ' αγγίξω

άρχιζαν να χορεύουν μπροστά μου παράξενα όντα και

πόλεις λαμπερές.

Κι ήταν δύσκολο να ξεφύγεις απ' την ωραία πιθανότητα

να ανακατευτείς μαζί τους να χαθείς.

Οι νύχτες έπαιρναν τη σειρά τους επιδέξια πηδώντας

τα χαλαρά σκοινιά των ρολογιών.

Οι θάλασσες έσκαγαν στο κορμί μου σαν τανκς μαθημένα

σε πόλεμο.

Ο ήχος του τρένου να ξεσπάει σε γέλιο στην αναπόφευκτη

παρουσία του εκτροχιασμού.

Οι μάσκες να κρύβουν τα άγνωστα πρόσωπα του θεού.

Οι κραυγές των τοίχων προ των πληγών από τα κάδρα.

Ω, παράξενα όντα

Ω, πόλεις λαμπερές

Ο κόσμος έρχεται καταπάνω μου με όλη του τη φούρια.

-Κλέφτες αυτοκινήτων στους δρόμους σάμπως οι δρόμοι

να αρπάζουν το βαθύ της νύχτας.

Κορίτσια με μπλουτζίν σαν μπλουτζίν απλωμένα

στα σύρματα να στεγνώσουν.

Ξέφρενοι μηδενιστές μαχαιρωμένοι στις γωνιές

σαν γωνιές μιας ηθικής αδιέξοδης.

Παιδεραστές περιορισμένοι απ' τον άνεμο σαν μοναχικά

πνευστά μες στον καπνό.

Μαχαίρια να μπαινοβγαίνουνε στις ζώνες σαν ζώνες

απολιθωμένων σκελετών σε πυραμίδες από κομφετί.

Φιλιά επιμηκυσμένα πάνω στα παρμπρίζ σάμπως

τα παρμπρίζ να συγκράτησαν τη μαγεία

της νύχτας.

Γιατροί να διορθώνουν τραύματα σαν τραύματα

που φάνηκαν αφότου όλα είχαν ολοκληρωθεί.

Δάκρυα να ανακατεύονται με το πλάσμα του αίματος

σαν πόνος που σμιλεύτηκε στο πρόσωπο

των παρθένων.

Αμβλώσεις στα θέατρα σαν ωραίες πρακτικές

φουτουριστικού θεάτρου.

Και τι μπορώ να κάνω εγώ ενάντια σε όλον αυτό

τον κόσμο που πέφτει πάνω μου;

Τίποτα...

Ξέρω μόνο πως είμαι ευτυχισμένος.

Πως οι λίγες τρίχες που έχω στο στήθος είναι αρκετές

για να μαλακώσουν όλες τις σφαίρες.

Κι ότι σ' αγαπώ.

Παρόλα αυτά.

Κι ότι θα σ' αγαπώ.

Δε με νοιάζουν τα ραντεβού που δεν έγιναν

ούτε οι φωνές στο τηλέφωνο.



Οι μεταφράσεις των ποιημάτων και των τίτλων τους δεν πρέπει να εκληφθούν ως οριστικές.

1. Armando Romero, Poeta de rio y otros poemas, Pen Press, New York (2007).

2. Macroll el Gaviero: Ήρωας επτά μυθιστορημάτων του κορυφαίου κολομβιανού συγγραφέα Alvaro Mutis. Μεταφράσεις τους στα ελληνικά έχουμε δει από τις εκδόσεις Αγρα, Λαγουδέρα και Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος.

3. Armando Romero, Del aire a la mano, Editorial ABC-Instituto Colombiano de Cultura, Bogota (1983).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ανακάτεψαν τον τέντζερι με την κουτάλα